“Χωριό μου όμορφο με τις ραχούλες και τις ρεματιές....”
Περπατώ στα στενά δρομάκια κοιτάζοντας γύρω και νιώθω βαρυά την καρδιά μου. Οι θύμησες των όμορφων παιδικών χρόνων από τη μια, η θλίψη για την ερήμωση από την άλλη.
Πού πήγαμε όλοι; Πού χαθήκαμε; Πώς αφήσαμε τα σπίτια μας να μαραζώσουν έτσι;
Κάποιες γλάστρες ζωντανές, δίνουν μήνυμα ζωής αραιά και που. Από τα εγκατελημένα σπίτια ακούγεται βουβό το παράπονο.
Πώς μπορέσαμε;